Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

Γράμμα στο συρτάρι (28 Ιουλίου)

Γιατί; Μήπως εγώ δεν πονάω; Δε νιώθω; Δεν αφουγκράζομαι το κλάμα σου όταν προσπαθείς να το πνίξεις μέσα στα γέλια και τα ανόητα αστεία; Είναι το ίδιο γέλιο με το δικό μου. 
Δεν ξέρω κατά πόσο κατάλαβες αυτά που ήθελα να σου πω στο τελευταίο γράμμα μου αλλά να ξέρεις πως κάθε φορά που κολλάω με σάλιο το φάκελο, βάζω μέσα και λίγη από την αισιοδοξία που μου έχει απομείνει.
Μια πνοή μονάχα θαρρώ πως αρκεί... μα αν πάλι δε σου φτάνει πες μου να σου στείλω λίγη ακόμη. Νομίζω μου έχει μείνει ακόμη μερική εκεί πίσω σ εκείνο το ντουλάπι της μοναξιάς...

Για σένα θ αντέξω κι ας πονώ
Ο πάντα δικός σου

Σ. Α.  

Γράμμα στο συρτάρι

Ξέρεις... είναι εκείνες οι ώρες που θέλω να μιλήσω αλλά δεν ξέρω πως ν αρχίσω και τι να σου πω... εκείνες οι ώρες που θέλω να τα καταθέσω όλα κάπου και να αδειάσω τα ασφυκτικά ντουλάπια της καρδιάς και του μυαλού αλλά πάντα κάτι μπλοκάρει την πόρτα και δεν ανοίγουν.
Ξέρεις... πάντα ένοιωθα ότι το να μιλάω φανερώνει αδυναμία και πως εύκολα θα γίνω στόχος σ αυτούς που περιχαρείς θα έρθουν να χλευάσουν, να εκμεταλλευτούν και να στηλιτεύσουν τα ιερά μου και τα όσια.
Ίσως η μοναξιά να μην είναι η καλύτερη λύση και το προσωπείο του σκληρά δυνατού και "όλα τα αντέχω τύπου" να είναι παγίδα στο είναι μου και την ύπαρξή μου αλλά εκεί στα τείχη αυτού του κάστρου μου εγώ νοιώθω μέγας άρχων και ασφαλής.
Ίσως...
Εσύ όμως δε θα το μάθεις ποτέ...


Χαμογέλα μου έστω και από μακριά
Ο πάντα δικός σου
Σ. Α.  

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

Τι θυμάται κανείς...

Το 2007 δούλευα σε μια Αθηναική εφήμερίδα όπου εκτός των καθηκόντων μου ως γραφίστας, σελιδοποιός, λόγω ελλείψεως προσωπικού και τσιπίλας του εργοδότη εκτελούσα περιστασιακά και χρέη (ταχαμουταχαμου) δημοσιογράφου. Αυτό είναι ένα από τα πρώτα άρθρα που είχα γράψει και που για κάποιο λόγο το βρήκα εξαιρετικά επίκαιρο.

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

Μαμά γερνάω...

...και δε μου αρέσει καθόλου. Το καταλαβαίνω ότι γερνάω κι ας με λες εσύ ακόμη μικρή μου. Το καταλαβαίνω κι ας επιμένει ακόμη ο μπαμπάς να με φωνάζει όπως με φώναζε στα δώδεκα μου. Το καταλαβαίνω όταν ουρλιάζω στους γιούς μου γιατί άργησαν να γυρίσουν ή γιατί δε διαβάζουν όσο θα ήθελα εγω.
Το καταλαβαίνω όταν η μικρή του επάνω ορόφου μου μιλά στον πληθυντικό παρόλο που εγώ νιώθω συνομήλικη της. Το κατάλαβα όταν μετά από τρεις χορούς χιπ χοπ με τα δίδυμα μου- τρομάρα μου - ένιωθα λες και με πάτησε τραίνο και όταν σαβουρντίστηκα στην προσπάθεια μου να τους δείξω πως χορεύαμε το μπρεϊκ ντανς στα νιάτα μας. Το καταλαβαίνω όταν βλέπω τις άσπρες τρίχες στο μαλλί μου - να θυμηθώ να τα βάψω επιτέλους.
Το κατάλαβα όταν άρχισα να μετράω πόσα χρόνια θέλω ακόμη για τη σύνταξη - ευτυχώς αρκετά ακόμη - και όταν η υπάλληλος σε μια δημόσια υπηρεσία μου είπε ότι η ταυτότητα μου είναι πανάρχαια και θέλει άλλαγμα. Σιγά ρε κοπελιά, δεν είναι και η ταυτότητα της Μπουμπουλίνας.
Γερνάω ναι. Και όπως είπα δε μου αρέσει. Μ' αρέσει όμως που μπορώ να φωνάζω σαν υστερικιά με τη δικαιολογία ότι μεγάλη γυναίκα είμαι. Μ' αρέσει που πουλάω μούρη στην πιτσιρικαρία και ξαφνιάζονται με τη μουσική και το χορό τους που είναι αντίγραφα των δικών μας και τους απομυθοποιώ τη μαγκιά.
Γερνάω και γουστάρω να συνεχίζω τα παλαβά μου άσχετα αν πολλοί λένε πως μεγάλη γυναίκα θα έπρεπε επιτέλους να έχω σοβαρευτεί. Σιγά μη σοβαρευτώ. Γερνάω είπαμε όχι ξεψυχάω.
Είμαι κάπου μεταξύ πρώτων και δεύτερων άντα - ακρίβεια μην περιμένετε έτσι για να αναρωτιέστε - και τελικά αναρωτιέμαι αν είμαι καλύτερα τώρα ή ήμουν καλύτερα πριν 15 χρόνια. Κοιτάω γύρω  μου και τους άλλους που γερνάνε με τον ίδιο τρόπο με μένα ή με χειρότερο και τελικά καταλήγω ότι ο μόνος λόγος που θα έπρεπε να με στεναχωρεί δεν είναι ότι γερνάω εγω. Αλλά το ότι μαζί με μένα γερνούν και πρόσωπα αγαπημένα. Κι εκεί είναι που σφίγγεται η καρδιά μου.
Μαμά γερνάω και γίνομαι ίδια με σένα και τελικά πολύ το γουστάρω. Μου λείπεις πολύ...

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Φάε ευγένεια μαλάκα.

Και να πω πως δεν ήξερα;
Βλακείες θα πω. Ήξερα και παραήξερα. Κατάσταση καθημερινής τρέλας και οδυρμού όλη η φάση. Σα κακό σπυρί που το βγάζεις σε φάση απρόσμενη.
Όσες φορές κι αν είπα μη μπλέκεις άλλες τόσες σαν τη χαζή ξανα με τα μούτρα στα ίδια και τα ίδια.
Σα ν' ανοίγεις ένα ταπεράκι που ξέρεις πως μέσα θα βρεις τα μακαρόνια που φύλαξες στο ψυγείο για την επόμενη μέρα γιατί σου πέτυχαν, αλλά τώρα με το πέρας του διμήνου έχει αναπτυχθεί ζωή και μάλιστα με απειλητικές διαθέσεις και τάσεις να καταλάβουν και τον ψυγειοκαταψύκτη. Αλλά εσύ εκεί... να το ανοίξεις το ρημάδι το τάπερ κι ας χάσεις και ένα χέρι...
Έτσι και τώρα...
Λίγο η βαρεμάρα, λίγο η ώρα η περίεργη, λίγο που βαρέθηκες να σε λένε κάφρο την είπες την αναθεματισμένη καλησπέρα.
Και τώρα εκεί, σχεδόν μισή ώρα μετά, ν ακούς τον εξάψαλμο και να μαθαίνεις τα άπλυτα του 3ου λες και σε ενδιαφέρει στην τελική αν η τυρού όπως βγαίνεις από το ασανσέρ αριστερά πηδιέται σαν κουνέλα ή απλά βαρούν τα ντουβάρια μόνο για το εφέ.
Κούνα τώρα το κεφάλι συγκαταβατικά όσο αντέχεις γιατί που θα μου πας, θα φτάσεις στο όριο.
Και άντε τότε να εξηγείς στη μανταμίτσα που τόση ώρα σου πρήζει το συκώτι πως όχι δε μιλάς τη γαλλική.

Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Μπορώ να γίνω τσόκαρο;

Έχω φτιάξει καιφέ τον δεύτερο και κάθομαι εδώ και χαζεύω γύρω γύρω στα μπλόγκα διαβάζω σημειώνω γελάω, στην τιβούλα τα τηλεκαημένα μας προσφέρουν άρτο και θέαμα και ο καιρός μελαγχολικός με προκαλεί να πάρω την κουβερτούλα την πικέ και να στρωθώ στον καναπέ και απλά ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΝΩ ΤΙΠΟΤΕ. Κυριακή και παρόλα αυτά κοιτόντας γύρω μου ανακαλύπτω πως πρέπει να κουνήσω τον στρουμπουλό μου και να καταπιαστώ με όλα αυτά που τις υπόλοιπες μέρες τις εβδομάδας μένουν στα αζήτητα και τα παραμελημένα.
Το χω αποθημένο εδώ και καιρό. Να ξυπνήσω το πρωί να είναι Δευτέρα όχι Κυριακή και να μη φύγω για τη δουλειά. Να μη δουλεύω βρε αδελφέ πως το λένε. Να είμαι μια νοικοκυρά έτσι απλά που μόνη υποχρέωση της είναι να καθαρίσει τα ακαθάριστα να μαγειρέψει να δεί πρωινάδικα - έτσι για την εμπειρία και όχι γιατί μας λείπει - και μετά να ξύυυυυυυυυυυυυνεται - παράφραση της ατάκας του Φωτόπουλου "να κάαααααααααθομαι" (δε θυμάμαι από ποια ταινία) -  να ξύνεται μέχρι να σπάσει το νύχι.
Δουλεύω χρόνια. Πολλά χρόνια. Και μάλιστα χωρίς άδεια. Αν εξαιρέσεις το τελευταίο καλοκαίρι όλα τα προηγούμενα κάτι γινόταν και άδεια γιοκ. Και αυτό το καλοκαίρι δλδ όχι ότι κάναμε άδεια. Μην τρελαθούμε. Το μαραθωνοδρόμο έκανα να προλάβω τις εκκρεμότητες που είχαν μείνει μετά από 2-3;  μετακομίσεις - ένα πράμα σα τσιγγάνα έχω καταντήσει τα τελευταία 4 χρόνια - από σπίτι σε σπίτι και από πόλη σε πόλη, βάλε και κάτι επισκέψεις των σογιών εν όψει ευτυχών γεγονότων, αυτό ήταν η άδεια μας τελείωσε και μείναμε πάλι με την επιθυμία στο χέρι.
Η επίγνωση ότι αύριο θα ξεκινήσω πάλι για δουλειά με κάνει και μελαγχολώ και όχι γιατί η δουλειά μου είναι βάρος, αντιθέτως. Το εργασιακό περιβάλλον είναι άριστο και τη δουλειά μου ως γραφίστας τη λατρεύω. Αλλά μου λείπει το σπίτι μου ρε παιδιά. Μου λείπει το να το ευχαριστηθώ όπως θέλω, να μην αφήνω το ζεστό μου κρεβάτι από τις 6.30 το πρωί - όχι δε δουλεύω τόσο πρωί αλλά μόνο αν σηκωθούμε τόσο νωρίς θα μπορέσουμε με το έτερον ήμισυ να πιούμε μαζί έναν καιφέ τις καθημερινές και πιστέψτε με αυτές οι στιγμές είναι ανεκτίμητες - να χουζουρέψουμε και μετά απλά να ξεκινήσουμε τη μέρα μας.
Μέχρι πρότινος τις γυναίκες που κάθονται όλη μέρα σπίτι και δεν κάνουν τίποτε άλλο από τα οικοκυρικά τους της έλεγα τσόκαρα. Τις έβλεπα στο δρόμο να κινούνται ράθυμα όταν εγώ γκάζωνα να τα προλάβω όλες και τις σιχτιρούσα. Ήμαρτον δηλαδή. Πως μπορούν και το κάνουν; Πως μπορούν; Τι νόημα έχει η ζωή τους; Τώρα λέω τι νόημα έχει η ζωή μου - μας, αγαπητές μου καριερίστες - που τρέχω σαν παλαβή να προλάβω τα ατελείωτα, που δε μπορώ να μείνω με το μαλλί στο μπικουτί πρωί πρωι και με τη παντόφλα μου;
Θέλω ρε παιδί να γίνω τσόκαρο. Να φορέσω παντόφλες χνουδωτές πυτζάμα κόκκινη και να χωθώ στον καναπέ μέχρι να αποφασίσω να πάω λαϊκή. Να μαλώσω με τον μανάβη γιατί τ' αγγούρια του είναι στραβά και να προλάβω επιτέλους μια φορά το παζάρι και να πάρω κι εγώ εκείνα τα γελοία καλύμματα με τα μικυ μάους για τον καναπέ μου.
Θέλω να γυρίσω σπίτι το μεσημέρι και να μαγειρέψω μπάμιες - λέμε τώρα γιατί τις μπάμιες τις σιχαίνομαι - θέλω να πιω καιφέ την ώρα που οι άλλοι δουλεύουν θέλω να πάρω ένα από εκείνα τα απαράδεκτα καροτσάκια για τα ψώνια και να κατέβω στη γειτονιά να ψωνίσω - τι λόξα κουβαλάω Θεε μου - και μετά να ξεσκιστώ στο κουτσομπολιό με τη γειτόνισσα.
Μίρλιασα Κυριακάτικα αλλά δε μπορώ. Βλέπω το ρολόι να τρέχει, να έρχεται όλο και πιο κοντά στις 6 και 30 το πρωί και σοχαδιάζομαι. Και ο καιρός συνηγορεί κι αυτός. Μελαγχολικός, φθινοπωρινός, ιδανικός για χουζούρεμα και βιβλίο, ιδανικός για κους κους αγκαλιά με ένα φλιτζάνι ζεστό καφέ. Και εκεί πίσω μου μου χαμογελάν ειρωνικά τα ασιδέρωτα και όπως στη διαφήμιση εγώ κάνω πως δεν τα βλέπω και τα αποφεύγω. Είναι όμως και αυτή η γ@μημένη η μπλούζα που θέλω να φορέσω αύριο που θα με αναγκάσει σήμερα μέρα χουζουριάσματος να ανάψω το σίδερο και να με παρασύρει.

(σ.σ. ορισμένα από αυτά δεν ισχύουν πλέον... τώρα ποια από αυτά ας μην τα συζητήσουμε καλύτερα γιατί θα πικραθούμε)

ΝΑ ΖΕΙΣ

Αν αυτά που σε πονάν δεν τ απογυμνώσεις, δεν τ' αποσυνθέσεις και δεν τ' αναδομήσεις πάνω σε καινούριες βάσεις και λογική, το πιο π...