Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πυτζάμες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πυτζάμες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Παράθυρο ανοιχτό


Σχετική εικόνα

Κράτησε το παράθυρο ανοιχτό κι ας ήταν μέσα του χειμώνα και το κρύο είχε ήδη αρχίσει να γίνεται ανυπόφορο...
Δικαιολογούσε την κινηση αυτή λέγοντας ότι ήθελε να καπνίσει αλλά το απέφευγε με τα παράθυρα κλειστά για να μη μυρίσει το σπίτι. Καθόταν εκεί, παγώνοντας και φορώντας μόνο την νυχτικία και το λεπτό ζακετάκι που η ίδια κάποτε έπλεξε σε πιο ευτυχισμένες μέρες... τότε που εκείνος τη λάτρευε κι εκείνη τον κοιτούσε στα μάτια...
Γύρισε το κεφάλι και κοίταξε πίσω της. Το σπίτι ήσυχο τόσο που σφίχτηκε η καρδιά της. Άρχισε να παγώνει αλλα δεν έλεγε να κλείσει το παράθυρο. Να μη μυρισει το σπίτι, να μη βήχει το παιδί στην τσιγαρίλα...
Ο αέας θαρρείς και την ξύπναγε... το κρύο της τρυπούσε το κορμί σα χιλιάδες βελόνες που από το πουθενά περνούσαν το ζακετάκι και καρφωνόταν με δύναμη στη σφιγμένη της  καρδιά
Το τσιγάρο τελείωνε αλλά με τη γόπα άναψε το επόμενο... Αρκεί να μη κλείσει το παράθυρο γιατί ήταν μέσα του χειμώνα και η καρδιά της είχε κρύο... 

Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Μπορώ να γίνω τσόκαρο;

Έχω φτιάξει καιφέ τον δεύτερο και κάθομαι εδώ και χαζεύω γύρω γύρω στα μπλόγκα διαβάζω σημειώνω γελάω, στην τιβούλα τα τηλεκαημένα μας προσφέρουν άρτο και θέαμα και ο καιρός μελαγχολικός με προκαλεί να πάρω την κουβερτούλα την πικέ και να στρωθώ στον καναπέ και απλά ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΝΩ ΤΙΠΟΤΕ. Κυριακή και παρόλα αυτά κοιτόντας γύρω μου ανακαλύπτω πως πρέπει να κουνήσω τον στρουμπουλό μου και να καταπιαστώ με όλα αυτά που τις υπόλοιπες μέρες τις εβδομάδας μένουν στα αζήτητα και τα παραμελημένα.
Το χω αποθημένο εδώ και καιρό. Να ξυπνήσω το πρωί να είναι Δευτέρα όχι Κυριακή και να μη φύγω για τη δουλειά. Να μη δουλεύω βρε αδελφέ πως το λένε. Να είμαι μια νοικοκυρά έτσι απλά που μόνη υποχρέωση της είναι να καθαρίσει τα ακαθάριστα να μαγειρέψει να δεί πρωινάδικα - έτσι για την εμπειρία και όχι γιατί μας λείπει - και μετά να ξύυυυυυυυυυυυυνεται - παράφραση της ατάκας του Φωτόπουλου "να κάαααααααααθομαι" (δε θυμάμαι από ποια ταινία) -  να ξύνεται μέχρι να σπάσει το νύχι.
Δουλεύω χρόνια. Πολλά χρόνια. Και μάλιστα χωρίς άδεια. Αν εξαιρέσεις το τελευταίο καλοκαίρι όλα τα προηγούμενα κάτι γινόταν και άδεια γιοκ. Και αυτό το καλοκαίρι δλδ όχι ότι κάναμε άδεια. Μην τρελαθούμε. Το μαραθωνοδρόμο έκανα να προλάβω τις εκκρεμότητες που είχαν μείνει μετά από 2-3;  μετακομίσεις - ένα πράμα σα τσιγγάνα έχω καταντήσει τα τελευταία 4 χρόνια - από σπίτι σε σπίτι και από πόλη σε πόλη, βάλε και κάτι επισκέψεις των σογιών εν όψει ευτυχών γεγονότων, αυτό ήταν η άδεια μας τελείωσε και μείναμε πάλι με την επιθυμία στο χέρι.
Η επίγνωση ότι αύριο θα ξεκινήσω πάλι για δουλειά με κάνει και μελαγχολώ και όχι γιατί η δουλειά μου είναι βάρος, αντιθέτως. Το εργασιακό περιβάλλον είναι άριστο και τη δουλειά μου ως γραφίστας τη λατρεύω. Αλλά μου λείπει το σπίτι μου ρε παιδιά. Μου λείπει το να το ευχαριστηθώ όπως θέλω, να μην αφήνω το ζεστό μου κρεβάτι από τις 6.30 το πρωί - όχι δε δουλεύω τόσο πρωί αλλά μόνο αν σηκωθούμε τόσο νωρίς θα μπορέσουμε με το έτερον ήμισυ να πιούμε μαζί έναν καιφέ τις καθημερινές και πιστέψτε με αυτές οι στιγμές είναι ανεκτίμητες - να χουζουρέψουμε και μετά απλά να ξεκινήσουμε τη μέρα μας.
Μέχρι πρότινος τις γυναίκες που κάθονται όλη μέρα σπίτι και δεν κάνουν τίποτε άλλο από τα οικοκυρικά τους της έλεγα τσόκαρα. Τις έβλεπα στο δρόμο να κινούνται ράθυμα όταν εγώ γκάζωνα να τα προλάβω όλες και τις σιχτιρούσα. Ήμαρτον δηλαδή. Πως μπορούν και το κάνουν; Πως μπορούν; Τι νόημα έχει η ζωή τους; Τώρα λέω τι νόημα έχει η ζωή μου - μας, αγαπητές μου καριερίστες - που τρέχω σαν παλαβή να προλάβω τα ατελείωτα, που δε μπορώ να μείνω με το μαλλί στο μπικουτί πρωί πρωι και με τη παντόφλα μου;
Θέλω ρε παιδί να γίνω τσόκαρο. Να φορέσω παντόφλες χνουδωτές πυτζάμα κόκκινη και να χωθώ στον καναπέ μέχρι να αποφασίσω να πάω λαϊκή. Να μαλώσω με τον μανάβη γιατί τ' αγγούρια του είναι στραβά και να προλάβω επιτέλους μια φορά το παζάρι και να πάρω κι εγώ εκείνα τα γελοία καλύμματα με τα μικυ μάους για τον καναπέ μου.
Θέλω να γυρίσω σπίτι το μεσημέρι και να μαγειρέψω μπάμιες - λέμε τώρα γιατί τις μπάμιες τις σιχαίνομαι - θέλω να πιω καιφέ την ώρα που οι άλλοι δουλεύουν θέλω να πάρω ένα από εκείνα τα απαράδεκτα καροτσάκια για τα ψώνια και να κατέβω στη γειτονιά να ψωνίσω - τι λόξα κουβαλάω Θεε μου - και μετά να ξεσκιστώ στο κουτσομπολιό με τη γειτόνισσα.
Μίρλιασα Κυριακάτικα αλλά δε μπορώ. Βλέπω το ρολόι να τρέχει, να έρχεται όλο και πιο κοντά στις 6 και 30 το πρωί και σοχαδιάζομαι. Και ο καιρός συνηγορεί κι αυτός. Μελαγχολικός, φθινοπωρινός, ιδανικός για χουζούρεμα και βιβλίο, ιδανικός για κους κους αγκαλιά με ένα φλιτζάνι ζεστό καφέ. Και εκεί πίσω μου μου χαμογελάν ειρωνικά τα ασιδέρωτα και όπως στη διαφήμιση εγώ κάνω πως δεν τα βλέπω και τα αποφεύγω. Είναι όμως και αυτή η γ@μημένη η μπλούζα που θέλω να φορέσω αύριο που θα με αναγκάσει σήμερα μέρα χουζουριάσματος να ανάψω το σίδερο και να με παρασύρει.

(σ.σ. ορισμένα από αυτά δεν ισχύουν πλέον... τώρα ποια από αυτά ας μην τα συζητήσουμε καλύτερα γιατί θα πικραθούμε)

ΝΑ ΖΕΙΣ

Αν αυτά που σε πονάν δεν τ απογυμνώσεις, δεν τ' αποσυνθέσεις και δεν τ' αναδομήσεις πάνω σε καινούριες βάσεις και λογική, το πιο π...